Παρασκευή 19 Απριλίου 2013

ΘΕΩΡΙΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ



ΘΕΩΡΙΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

 

 

1Η ΕΝΟΤΗΤΑ

ΑΣΥΝΔΕΤΟ ΣΧΗΜΑ: Ένα σύνολο από προτάσεις που είναι σχετικές μεταξύ τους ως προς το νόημα και παρατίθενται απλώς η μια κοντά στην άλλη χωρίς συνδετικές λέξεις.
ΠΑΡΑΤΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΔΕΣΗ: Ένα σύνολο από προτάσεις που παρατάσσονται η μια μετά την άλλη ως ισότιμα στοιχεία του λόγου και συνδέονται με παρατακτικούς συνδέσμους.
ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΔΕΣΗ: Ένα σύνολο προτάσεων που πλέκονται αξεδιάλυτα μεταξύ τους, έτσι ώστε κάποιες προτάσεις να μεταβάλλονται σε μέρη μιας άλλης πρότασης και να συνδέονται με αυτήν με διάφορες συνδετικές λέξεις.

ΠΑΡΑΤΑΚΤΙΚΑ μπορούν να συνδέονται μεταξύ τους:

1)     είτε κύριες προτάσεις με άλλες κύριες προτάσεις.
2)     είτε δευτερεύουσες προτάσεις με άλλες δευτερεύουσες προτάσεις.

Με ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ σύνδεση μπορούν να συνδέονται:

1)     Μία ή περισσότερες δευτερεύουσες προτάσεις με μία κύρια πρόταση.
2)     Μία ή περισσότερες δευτερεύουσες προτάσεις με μία άλλη δευτερεύουσα πρόταση.


Τι πρέπει να ξέρω για να κάνω μια ερευνητική εργασία:
1)     Ξεκινώ από έναν προβληματισμό για ένα θέμα που με ενδιαφέρει.
2)     Διατυπώνω τον προβληματισμό μου ως ερώτημα.
3)     Προσδιορίζω ποιες παράμετροι του θέματος με ενδιαφέρουν περισσότερο.
4)     Αναζητώ τις βασικές πληροφορίες για το θέμα σε εγκυκλοπαίδειες και γενικά βιβλία.
5)     Βρίσκω περισσότερες πληροφορίες σε ειδικά βιβλία και στο Διαδίκτυο σχετικά με το θέμα.
6)     Κρατάω σημειώσεις για καθετί που μου φαίνεται χρήσιμο για την εργασία μου.
7)     Σημειώνω την προέλευση των σημειώσεών μου.
8)     Κάνω επιλογές πληροφοριών σ’ όλη την διάρκεια της φάσης.
9)     Κατηγοριοποιώ τα στοιχεία που έχω συγκεντρώσει.
10) Συνεχίζω να επιλέγω.
11) Συγκρίνω, ανακαλύπτω σχέσεις, επισημαίνω αντιφάσεις.
12) Γράφω το δικό μου κείμενο παραπέμποντας ταυτόχρονα στις πηγές μου.
13) Αντιγράφω από τις πηγές μου, μόνο όταν θέλω να παραθέσω αυτολεξεί κάτι και τότε το βάζω σε εισαγωγικά.
14) Παίρνω θέση.
15) Επιχειρηματολογώ.
16) Κάνω προτάσεις.
17) Παραθέτω τον κατάλογο με τις πηγές μου.


2Η ΕΝΟΤΗΤΑ

ΟΝΟΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: Οι δευτερεύουσες προτάσεις που είναι ισοδύναμες με ονόματα, ουσιαστικά, επίθετα ή αντωνυμίες και:
-        Εξαρτώνται από μια άλλη πρόταση κύρια ή δευτερεύουσα.
-        Μπορούν να χρησιμοποιηθούν στη θέση ονομάτων και αντωνυμιών, δηλ. ως υποκείμενα, αντικείμενα ή ονοματικοί προσδιορισμοί (παράθεση, επεξήγηση, κτλ).

ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΙΚΕΣ: Οι δευτερεύουσες προτάσεις που προσδιορίζουν ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί κυρίως το ρήμα των προτάσεων από τις οποίες εξαρτώνται. Δηλ. δίνουν πληροφορίες σχετικά με κάποια από τις επιρρηματικές έννοιες: χρόνο, σκοπό, αναφορά, προϋπόθεση ή όρο, αποτέλεσμα, εναντίωση ή παραχώρηση.
ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: Οι δευτερεύουσες προτάσεις που εξαρτώνται συνήθως από τα ρήματα, λέω, δείχνω, δηλώνω, αντιλαμβάνομαι, διαπιστώνω, γνωρίζω, αγνοώ, νομίζω, υποθέτω και άλλα με παρόμοια σημασία. Εισάγονται με έναν από τους ειδικούς συνδέσμους ότι, πως, που.
-        Χρησιμοποιούνται συνήθως ως αντικείμενο του ρήματος, αλλά μερικές φορές και ως υποκείμενο (απρόσωπων ρημάτων) ή ως επεξήγηση ενός ουσιαστικού που έχει σημασία ανάλογη με τα ρήματα που προαναφέραμε.
-        Οι ειδικές προτάσεις είναι δευτερεύουσες ονοματικές προτάσεις.
ΒΟΥΛΗΤΙΚΕΣ: Οι προτάσεις που εισάγονται με το μόριο να και χρησιμεύουν συνήθως για τη συμπλήρωση της έννοιας ενός ρήματος.
-        Τα πιο συνηθισμένα ρήματα που χρειάζονται για συμπλήρωμα μια βουλητική πρόταση είναι: πρέπει, θέλω, ζητώ, οφείλω, μπορώ, αισθάνομαι και άλλα με παρόμοια σημασία.
-        Μπορούν να είναι το αντικείμενο ή το υποκείμενο του ρήματος από το οποίο εξαρτώνται ή να λειτουργούν ως επεξήγηση του ονόματος από το οποίο εξαρτώνται.
-        Οι βουλητικές είναι δευτερεύουσες ονοματικές προτάσεις.

ΕΝΔΟΙΑΣΤΙΚΕΣ: Οι προτάσεις που εισάγονται με τους διστακτικούς συνδέσμους μη (και να μη), μήπως και που εκφράζουν κάποιον ενδοιασμό ή φόβο για κάποιο δυσάρεστο ενδεχόμενο.
-        Εξαρτώνται από ρήματα που σημαίνουν φοβάμαι, ανησυχώ, φυλάγομαι, υποπτεύομαι ή από λέξεις/ φράσεις με ανάλογη σημασία.
-        Παίζουν το ρόλο του αντικειμένου του ρήματος από το οποίο εξαρτώνται ή του υποκειμένου στην περίπτωση που το ρήμα είναι απρόσωπο ή αν εξαρτώνται από όνομα, το ρόλο της επεξήγησης.
-        Οι Ενδοιαστικές είναι δευτερεύουσες ονοματικές προτάσεις.

ΠΟΛΥΣΗΜΙΑ: Το φαινόμενο κατά το οποίο η ίδια λέξη έχει δύο ή περισσότερες σημασίες, που όμως έχουν κάποια σχέση μεταξύ τους, έτσι ώστε το ένα νόημα να μπορεί να θεωρηθεί επέκταση του άλλου.



3Η ΕΝΟΤΗΤΑ

ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: Οι προτάσεις που συνοδεύονται στον προφορικό λόγο με ανέβασμα της φωνής και στο γραπτό με ερωτηματικό, τις χρησιμοποιούμε για να ζητήσουμε μια πληροφορία.
-        Με μια ερωτηματική πρόταση μπορούμε επίσης να ζητήσουμε από τον ακροατή μας να κάνει κάτι για μας, να προτείνουμε κάτι, να αποδεχτούμε προτάσεις, να εκφράσουμε συναισθήματα, να δώσουμε μια πληροφορία.

ΕΥΘΕΙΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ: Αυτές που ο ομιλητής διατυπώνει άμεσα ή απευθείας. Είναι κύριες ανεξάρτητες προτάσεις.
ΠΛΑΓΙΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ: Οι ερωτήσεις που έγιναν ή γίνονται ή πρόκειται να γίνουν και τις οποίες ο ομιλητής μεταφέρει σε κάποιον άλλο.

Ανάλογα με τη σκοπιμότητα του ομιλητή, οι ερωτήσεις διακρίνονται σε:

1)     Γνήσιες ερωτήσεις , με τις οποίες ζητάμε πληροφορίες.
2)     Ρητορικές ερωτήσεις, οι οποίες ουσιαστικά δεν είναι ερωτήσεις, αλλά διατυπώνουν με έμφαση μια κρίση.
3)     Ερωτήσεις προσταγής, οι οποίες ουσιαστικά διατυπώνουν με ευγένεια κάποια προσταγή ή παράκληση.

Ανάλογα με το είδος των απαντήσεων, οι ερωτήσεις διακρίνονται σε:

1)     Ολικής άγνοιας, όταν η ζητούμενη πληροφορία σχετίζεται με ολόκληρη την πρόταση.
2)     Μερικής άγνοιας, όταν η ζητούμενη πληροφορία αφορά ένα από τα συστατικά της πρότασης.
Χρησιμοποιούμε τον ΠΛΑΓΙΟ ΛΟΓΟ, όταν παραθέτουμε σε κείμενά μας προφορικά ή γραπτά απόψεις άλλων όχι αυτούσιες αλλά μετασχηματισμένες από εμάς.
ΠΛΑΓΙΕΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: Είναι δευτερεύουσες ονοματικές προτάσεις. Χρησιμοποιούνται ως αντικείμενα ρημάτων, τα οποία δηλώνουν έκφραση ή σημαίνουν γνώση.

Οι ΠΛΑΓΙΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ εισάγονται:

-        Όταν είναι ολικής άγνοιας: με το ερωτηματικό μόριο αν ή το μη, μήπως, μην τυχόν.
-        Όταν είναι μερικής άγνοιας: όπως και οι αντίστοιχες ευθείες ερωτήσεις, δηλ. με κάποια ερωτηματική αντωνυμία ή επίρρημα.
Οι ερωτήσεις, ανάλογα με το είδος των απαντήσεων που επιδέχονται, μπορούν να διακριθούν σε:
-        Ανοιχτές, δηλ. ερωτήσεις που ζητούν μια γνώμη, επιχειρήματα ή και συναισθήματα σχετικά με ένα θέμα και η απάντησή τους είναι σε συνεχή λόγο.
-        Κλειστές, δηλ. ερωτήσεις οι οποίες επιδέχονται απάντηση μονολεκτική ή πολύ σύντομη.


ΚΥΡΙΟΛΕΞΙΑ: Μία λέξη ή έκφραση διατηρεί τη βασική και ακριβή σημασία της.
ΜΕΤΑΦΟΡΑ: Σχήμα λόγου. Στη μεταφορά μια λέξη ή μια φράση χρησιμοποιείται σε ένα ορισμένο περιβάλλον με σημασία διαφορετική από την αρχική.
-        Ο καθημερινός λόγος είναι γεμάτος μεταφορές, που επειδή είναι τόσο συνηθισμένες, δεν τις αντιλαμβανόμαστε ως τέτοιες.
-        Συνδέεται άμεσα με τον πολιτισμό μιας χώρας, γι’ αυτό και πολλές μεταφορικές εκφράσεις δε μεταφράζονται εύκολα σε άλλες γλώσσες.

ΕΝΟΤΗΤΑ 4Η

ΑΝΑΦΟΡΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: Οι προτάσεις που εισάγονται με τις αναφορικές αντωνυμίες και τα αναφορικά επιρρήματα.
-        Διακρίνονται σε ονοματικές και επιρρηματικές.

ΕΠΙΘΕΤΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: Πολλές αναφορικές προτάσεις παίζουν ρόλο παρόμοιο με το ρόλο ενός επιθετικού προσδιορισμού.
-        Εισάγονται με τις αναφορικές αντωνυμίες: ο οποίος, η οποία, το οποίο, που.
-        Το αναφορικό που δεν τονίζεται, ενώ το ερωτηματικό πού τονίζεται.

ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΑΝΑΦΟΡΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: Εκείνες που εισάγονται με τις αναφορικές αντωνυμίες όποιος, όσος, ό,τι, οποιοσδήποτε, οσοσδήποτε κλπ. ή με τα αναφορικά επιρρήματα όπου, όπως, όποτε, κλπ.
-        Εισάγονται με αναφορικές αντωνυμίες.
-        Είναι ονοματικές δευτερεύουσες προτάσεις, εξαρτώνται συνήθως από ένα ρήμα και μπορούν να είναι είτε:
Α) Το υποκείμενό του.
Β) Το αντικείμενό του.
Γ) Κατηγορούμενο.
·       Οι ελεύθερες αναφορικές προτάσεις που εισάγονται με αναφορικά επιρρήματα είναι δευτερεύουσες επιρρηματικές προτάσεις, εξαρτώνται από ένα ρήμα και εκφράζουν διάφορες επιρρηματικές σημασίες.



ΣΥΝΩΝΥΜΕΣ: Οι λέξεις που έχουν την ίδια περίπου σημασία.

ΑΝΤΙΘΕΤΕΣ: Οι λέξεις που έχουν αντίθετες σημασίες

Αντίθετες είναι επίσης δύο λέξεις όταν η μία περιγράφει τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα σε δύο ανθρώπους ή πράγματα και η άλλη λέξη περιγράφει την ίδια σχέση αλλά από την πλευρά του άλλου ατόμου, π.χ. πουλώ – αγοράζω. Οι λέξεις αυτές λέγονται ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΕΣ.

5Η ΕΝΟΤΗΤΑ

Οι δευτερεύουσες προτάσεις που εισάγονται με τους συνδέσμους: για να και να και δηλώνουν σκοπό λέγονται ΤΕΛΙΚΕΣ και είναι επιρρηματικές.
Οι δευτερεύουσες προτάσεις που εισάγονται με τους συνδέσμους: γιατί, διότι, επειδή, καθώς, εφόσον, αφού, μια και και μερικές φορές με το που και δηλώνουν την αιτία μιας κατάστασης λέγονται ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΕΣ και είναι επιρρηματικές.

Ένα κείμενο μπορεί να αναλυθεί από τα γενικά στοιχεία του στα ειδικότερα. Έτσι μπορούμε να εντοπίζουμε:
1)     Το θεματικό πεδίο στο οποίο ανήκει.
2)     Το ειδικό θέμα στο οποίο αναφέρεται.
3)     Το επιμέρους ζήτημα που αναπτύσσει η κάθε παράγραφος.
4)     Τις προτάσεις, κύριες και δευτερεύουσες, που δίνουν τις λεπτομέρειες της κάθε παραγράφου.
5)     Τις λέξεις με τις οποίες διατυπώνονται οι ιδέες του συγγραφέα.

ΟΜΟΗΧΕΣ ή ΟΜΩΝΥΜΕΣ: Δύο λέξεις με διαφορετική σημασία που έχουν την ίδια προφορά.
ΠΑΡΩΝΥΜΕΣ: Λέξεις που μοιάζουν πολύ στην προφορά αλλά έχουν διαφορετικές σημασίες και συνήθως διαφορετική ορθογραφία.

ΤΟΝΙΚΑ ΠΑΡΩΝΥΜΑ: Παρώνυμες λέξεις που διαφέρουν μόνο ως προς τον τόνο.


6Η ΕΝΟΤΗΤΑ

ΧΡΟΝΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: Δευτερεύουσες προτάσεις με τις οποίες δηλώνεται η χρονική σειρά που υπάρχει ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα γεγονότα. Είναι επιρρηματικές.
-        Το γεγονός που δηλώνεται με τη δευτερεύουσα χρονική πρόταση μπορεί να συμβαίνει ταυτόχρονα ή πριν (προτερόχρονο) ή μετά (υστερόχρονο) από εκείνο που δηλώνεται με την κύρια πρόταση.
-        Για να δηλώσουμε τη διαφορετική χρονική σχέση, χρησιμοποιούμε διαφορετικούς χρονικούς συνδέσμους:
1)     Ταυτόχρονο: εκεί που, ενώ, ενόσω, καθώς, όσο, όποτε, όταν, σαν.
2)     Προτερόχρονο: άμα, αφού, αφότου, μόλις, μετά που, όποτε, όταν, σαν.
3)     Υστερόχρονο: μέχρι να/που, όσο να/που, πριν να, προτού να, ωσότου να, ώσπου να, όποτε, όταν.

ΥΠΟΘΕΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ: Ένα ζευγάρι προτάσεων, στο οποίο η μία πρόταση αποτελεί όρο για να ισχύσει η άλλη.
-        Η πρόταση η οποία περιέχει τον όρο που πρέπει να ισχύει για να γίνει αυτό που δηλώνει η άλλη ονομάζεται ΥΠΟΘΕΣΗ.
-        Η πρόταση που προσδιορίζεται από αυτήν λέγεται ΑΠΟΔΟΣΗ.

ΥΠΟΘΕΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: Είναι δευτερεύουσες επιρρηματικές προτάσεις και εισάγονται συνήθως με το σύνδεσμο αν.

Δύο είδη υποθετικών λόγων:

1)     Αυτοί που εκφράζουν ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ, δηλ. αν αληθεύει η υπόθεση, τότε αληθεύει και η απόδοση.
2)     Αυτοί που εκφράζουν το ΑΝΤΙΘΕΤΟ ΤΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ, δηλ. καταστάσεις στις οποίες η υπόθεση δεν έχει πραγματοποιηθεί στο παρελθόν.                                                                         Οι ΥΠΟΘΕΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ μπορεί να υποδηλώνουν και κάτι άλλο πέρα από την υπόθεση, όπως έντονη αντίθεση, απειλή, αποτέλεσμα, επεξήγηση, αναλογία- παρομοίωση, αιτία κλπ.

ΥΠΩΝΥΜΑ: Λέξεις ή φράσεις των οποίων η σημασία συμπεριλαμβάνεται μέσα στην έννοια μιας άλλης λέξης ή φράσεις, πχ.: γιατρός- παιδίατρος.
ΟΡΙΣΜΟΣ μιας λέξης – έννοιας: Η ακριβής και σαφής περιγραφή της σημασίας ή των σημασιών της, έτσι ώστε να ξεχωρίζει από κάθε άλλη λέξη- έννοια.

Ο ΟΡΙΣΜΟΣ μας βοηθάει:

1)     Να ταξινομήσουμε, να συσχετίσουμε μια λέξη με άλλες λέξεις.
2)     Να συνειδητοποιήσουμε το σύνολο των πραγμάτων που περιλαμβάνονται στην έννοια της λέξης.
3)     Να χρησιμοποιήσουμε σωστά τη λέξη.

7Η ΕΝΟΤΗΤΑ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: Δευτερεύουσες προτάσεις που δηλώνουν τις συνέπειες ή τα αποτελέσματα ενός γεγονότος.
-        Εισάγονται με τους συνδέσμους ώστε, που, και ώστε να.
-        Είναι επιρρηματικές.

ΕΝΑΝΤΙΩΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: Δευτερεύουσες προτάσεις που εκφράζουν αντίθεση ή εναντίωση προς ένα γεγονός ή ενδεχόμενο.
-        Εισάγονται με τους συνδέσμους: ενώ, μολονότι, αν και, και ας, παρόλο που κλπ.
-        Είναι επιρρηματικές.


ΜΕΤΩΝΥΜΙΑ: Το σχήμα του λόγου κατά το οποίο χρησιμοποιούμε:
1)     Το όνομα του δημιουργού, για να δηλώσουμε το δημιούργημα, π.χ.: Στην Εθνική Πινακοθήκη εκτίθεται ένας Θεοτοκόπουλος =  Ένας πίνακας του Θεοτοκόπουλου.
2)     Αυτό που περιέχει κάτι, για να δηλώσουμε το περιεχόμενο, π.χ.: Έλα να πιούμε ένα ποτηράκι = κρασί.
3)     Το αφηρημένο, αντί για το συγκεκριμένο, π.χ. Τόπο στα νιάτα = στους νέους.


8Η ΕΝΟΤΗΤΑ

ΜΟΡΙΑ: Οι λέξεις να και θα που χρησιμοποιούμε για να σχηματίσουμε την υποτακτική έγκλιση και τους μελλοντικούς χρόνους.
-        Όλες γενικά οι άκλιτες λέξεις, όταν τις χρησιμοποιούμε με σημασίες που δε μας επιτρέπουν να τις κατατάξουμε σε κάποιο από τα άλλα άκλιτα μέρη του λόγου.
-        Τα μόρια χρωματίζουν συναισθηματικά το λόγο και δίνουν εκφραστικότητα.


Στον ΠΡΟΦΟΡΙΚΟ ΛΟΓΟ αποδίδουμε το νόημα όσων θέλουμε να πούμε ή και τα συναισθήματά μας χρησιμοποιώντας μικρές ή μεγαλύτερες παύσεις, ανεβοκατεβάσματα και χρωματισμούς της φωνής μας.

Στο ΓΡΑΠΤΟ ΛΟΓΟ χρησιμοποιούμε τα ΣΗΜΕΙΑ ΣΤΙΞΗΣ.

Στη μοντέρνα ποίηση παραλείπονται ολότελα ή χρησιμοποιούνται ελάχιστα σημεία στίξης.



Κάθε λέξη δημιουργείται με μία μόνο σημασία που λέγεται ΑΡΧΙΚΗ ή ΚΥΡΙΑ.

Με τον καιρό η λέξη αποκτά διάφορες άλλες σημασίες, οι οποίες ονομάζονται ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ή ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΕΣ ΣΗΜΑΣΙΕΣ.
ΣΧΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ: Οι αποκλίσεις από την κύρια σημασία και οι διάφορες ιδιόρρυθμες χρήσεις των λέξεων ή φράσεων μέσα σε ένα ορισμένο περιβάλλον επικοινωνίας.
ΠΑΡΟΜΟΙΩΣΗ: Για να τονίσουμε μια ιδιότητα ενός προσώπου ή πράγματος ή ιδέας, το συσχετίζουμε με κάτι άλλο πολύ γνωστό, που έχει αυτή τη σημασία σε μεγάλο βαθμό.
-        Στην παρομοίωση χρησιμοποιούμε υποχρεωτικά το σαν ή το όπως.

ΥΠΕΡΒΟΛΗ: Όταν για να προκαλέσουμε ισχυρή εντύπωση λέμε κάτι που ξεπερνά το πραγματικό ή το συνηθισμένο.
ΣΧΗΜΑ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ: Όταν αντί για μια λέξη ή φράση χρησιμοποιούμε την αντίθετή της μαζί με άρνηση.
ΕΙΡΩΝΕΙΑ: Όταν χρησιμοποιούμε με προσποίηση λέξεις ή φράσεις για να δείξουμε το εντελώς αντίθετο από αυτό που λέμε.
ΣΥΝΕΚΔΟΧΗ: Όταν χρησιμοποιούμε το μέρος ενός συνόλου αντί για το σύνολο και αντίστροφα, την ύλη αντί για το πράγμα που γίνεται από αυτήν ή εκείνο που παράγει αντί για εκείνο που παράγεται από αυτό.
ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ: Σύντομα κείμενα που προκύπτουν από άλλα εκτενέστερα, διατηρώντας μόνο τα βασικά τους στοιχεία και παραλείποντας τις λεπτομέρειες.
-        Οι περιλήψεις είναι εξαιρετικά χρήσιμες και έχουν πολλές εφαρμογές στην καθημερινή ζωή.

Για να κάνω την περίληψη ενός κειμένου πρέπει:

1)     Να κατανοήσω το αρχικό κείμενο.
2)     Να μελετήσω τη δομή του.
3)     Να εντοπίσω και να υπογραμμίσω τα βασικά στοιχεία κάθε ενότητας.
4)     Να σημειώσω πλαγιότιτλους.
5)     Να τα αποδώσω σε ένα νέο κείμενο που να εξυπηρετεί το σκοπό για τον οποίο παράγεται.
-        Καλό θα ήταν να αποφεύγεται η χρήση αυτούσιων λέξεων ή φράσεων του αρχικού κειμένου.
-        Πρέπει οπωσδήποτε να τηρούμε το όριο των λέξεων που έχει δοθεί.













Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου